- Αβραάμ
- I
Βιβλικό πρόσωπο. Oπρώτος πατριάρχης και γενάρχης των Εβραίων. Η Βίβλος τον παρουσιάζει ως αρχηγό νομάδων, κύριο πολλών ποιμνίων και λαμπρό πολέμαρχο, που οπουδήποτε σταματούσε κατά τις μεγάλες περιπλανήσεις του, ίδρυε βωμό στον έναν και μοναδικό Θεό. Κατά τον 18o αι. π.Χ. (σύμφωνα με νεότερες έρευνες τον 15o) εγκατέλειψε την πατρίδα του Ουρ της Χαλδαίας, υπακούοντας στη φωνή του Θεού. Ήταν έτοιμος να θυσιάσει το μονάκριβο παιδί του Ισαάκ στον Κύριο, ο οποίος όμως, την τελευταία στιγμή, τον απάλλαξε από την αγωνία μιας τέτοιας σκληρής δοκιμασίας (Θυσία του Α.). Στον Α. o Θεός υποσχέθηκε τη Γη Χαναάν και πολυάριθμους απογόνους σαν τα άστρα του ουρανού.Μέσω του παιδιού του, Ισμαήλ, που είχε αποκτήσει με την Αιγύπτια Άγαρ, ο Α. θεωρείται προπάτορας των Αράβων, οι οποίοι τιμούν τον τάφο του στη Χεβρώνα.
«Ο Αβραάμ έτοιμος να θυσιάσει τον Ισαάκ», ανάγλυφη διακοσμητική παράσταση του Γκιμπέρτι στις αρχές του 15oυ αι. (Εθνικό Μουσείο, Φλωρεντία).
Ο «Αβραάμ», έργο του ζωγράφου Γκ. Ντορέ, εμπνευσμένο από τον πατριάρχη της Παλαιάς
Διαθήκης.IIΕπώνυμο αγωνιστών του 1821.1. Θεοχάρης. Γεννήθηκε στην Κύπρο και πολέμησε στις μάχες των Μύλων, των Βερβαίνων, της Τρίπολης, του Στεβένικου, της Λιβαδιάς, της Θήβας και της Πέτρας.2. Θωμάς. Καταγόταν από τη Βάβδο της Χαλκιδικής. Ήταν αρχηγός ένοπλης ομάδας με την οποία πήρε μέρος στις μάχες της Κασσάνδρας. Μετά την καταστολή της Επανάστασης στη Χαλκιδική, διέφυγε στη Σκόπελο και από εκεί στη Στερεά Ελλάδα, όπου συνέχισε τον ένοπλο αγώνα του (1827).
Dictionary of Greek. 2013.